του KEVIN H. O’ROURKE
(25/06/2008)
Μια ματιά στον εκλογικό χάρτη της Ιρλανδίας είναι αρκετή για να επιβεβαιώσει αυτό που έδειχναν οι πριν από το δημοψήφισμα δημοσκοπήσεις: η ψήφος των Ιρλανδών διαιρέθηκε με βάση ταξικές γραμμές με έναν καθαρό τρόπο. Στις περισσότερες εύπορες περιοχές του Δουβλίνου, όπως στην Νταν Λαογκαίρ, όπου ακόμα και ένα συνηθισμένο σπίτι κοστίζει περισσότερο από 1 εκατομμύριο ευρώ (αν και αυτό αλλάζει), περισσότεροι από το 60% ψήφισαν υπέρ της συνθήκης. Στις εργατικές συνοικίες της πόλης ήταν η ψήφος υπέρ του ΟΧΙ αυτή που υπερέβη το 60%. Οι Μπρούαρντ και Τίμπερτζ έδειξαν ότι ακριβώς η ίδια διαίρεση μεταξύ πλουσίων και φτωχών, ή ειδικευμένων και ανειδίκευτων, μπορεί να ανιχνευθεί και στο γαλλικό δημοψήφισμα του 2005.Υπάρχουν τουλάχιστον δύο τρόποι ερμηνείας αυτών των συμπεριφορών: ο πρώτος θεωρεί ότι οι μορφωμένοι ψηφοφόροι είναι περισσότερο πολιτικά εκλεπτυσμένοι και μπορούν να κατανοήσουν καλύτερα τα θέματα τα οποία περιλαμβάνονται σε μια σύνθετη τροποποίηση για τη θεσμική ενίσχυση της ΕΕ.
Ο δεύτερος υποστηρίζει το αντίθετο, δηλαδή ότι και οι πλούσιοι και οι φτωχοί είναι ικανοί να κατανοήσουν το πού βρίσκονται τα συμφέροντά τους και να ψηφίσουν ανάλογα. Το επιχείρημα είναι ότι γενικότερα η παγκοσμιοποίηση και ειδικότερα η ευρωπαϊκή ενοποίηση έχουν ευνοήσει ολοκληρωτικά τους ειδικευμένους εργάτες, τουλάχιστον στις πλούσιες χώρες όπως η Γαλλία, η Ιρλανδία και η Ολλανδία. Αντίθετα, οι ανειδίκευτοι εργάτες νοιώθουν ότι απειλούνται από τον ρουμανικό ή τον ασιατικό ανταγωνισμό ή τη μετανάστευση από την Ανατολική Ευρώπη ή αλλού. Και ενώ οι πιο τυχεροί από εμάς μπορούμε να λυπόμαστε για αυτό, δεν προκαλεί έκπληξη το ότι –σε συμφωνία με τη λογική των Χέσερ-Όλιν– ψηφίζουν ανάλογα…Δεν θέλω να ισχυρισθώ βέβαια ότι τα αποτελέσματα αυτού του δημοψηφίσματος σχετίζονται μόνο με τα οικονομικά συμφέροντα διαφορετικών ομάδων ψηφοφόρων.
Η μεγαλύτερη δυσκολία που αντιμετώπισε η πλευρά του ΝΑΙ ήταν να αρθρώσει έναν πειστικό λόγο για την υπερψήφιση της συνθήκης, όταν η ΕΕ εμφανώς δεν έχει καταρρεύσει μετά τις διευρύνσεις του 2005 και του 2007. Η μαζική δυσπιστία προς τους πολιτικούς, στην Ιρλανδία και τη Γαλλία, σήμαινε ότι οι διαβεβαιώσεις τους για την αναγκαιότητα της συνθήκης –ενώ όλα έδειχναν το αντίθετο– έφθαναν σε ώτα μη ακουόντων. Όπως και στην Ολλανδία, υπήρχε σίγουρα ο φόβος ότι η Ιρλανδία ως μικρή χώρα επρόκειτο να χάσει πολύ περισσότερα σε σύγκριση με τη Γαλλία ή τη Γερμανία, παραδίδοντας το βέτο της. Και αυτή η εντύπωση πρόκειται να διευρυνθεί το αμέσως επόμενο χρονικό διάστημα, στο βαθμό που οι Ευρωπαίοι ηγέτες προσπαθούν να αγνοήσουν το ιρλανδικό εμπόδιο για τις θεσμικές τους φιλοδοξίες, με το επιχείρημα ότι η Ιρλανδία είναι… μικρή. Σε πολλούς ψηφοφόρους δεν άρεσε ο τρόπος με τον οποίο αγνοήθηκαν τα αποτελέσματα του γαλλικού και ολλανδικού δημοψηφίσματος από την ηγεσία της ΕΕ.
Και αυτό θα συνεχισθεί.Ισχυρίζονται απλά ότι τα οικονομικά συμφέροντα είναι ένας παράγοντας μεταξύ των πολλών και δεν πρέπει να αγνοηθεί. Αν η εργατική τάξη και οι αγρότες ψηφίζουν συστηματικά εναντίον της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, αυτό είναι κάτι που η πολιτική ηγεσία της Ευρώπης θα πρέπει να κατανοήσει.
ΠΗΓΗ : MONTHLY REVIEW