ΕΛΑΤΕ ΣΕ ΕΠΑΦΗ ΜΑΖΙ ΜΑΣ

Γραφεία Πάτρας: Κορίνθου 245-249, τηλ-fax: 2610 275 795, email: koe.achaias@gmail.com

27 Ιουλ 2008

Το τέλος του νεοφιλελευθερισμού

ΑΝΑΛΥΣΗ
Του ΚΩΣΤΑ ΒΕΡΓΟΠΟΥΛΟΥ



Με την κρίση αποπληρωμής των στεγαστικών δανείων ήρθε στο φως η ανεπάρκεια εισοδημάτων για εκατομμύρια αμερικανικών νοικοκυριών.
Με την κρίση των κτηματικών ομολόγων υψηλού κινδύνου που ενεργοποιήθηκε στην Αμερική από το καλοκαίρι του 2007 έχουν έλθει στο φως οι νοσηρές διαρθρωτικές πλευρές της αμερικανικής οικονομίας, αλλά και, κατ' επέκτασιν, της παγκόσμιας.

Ανησυχίες και ερωτηματικά εγείρονται για το άμεσο μέλλον του διεθνούς συστήματος, που κατά την τελευταία 20ετία προβαλλόταν ως «παγκοσμιοποίηση», όπως επίσης και για την οικονομική πολιτική της τελευταίας 20ετίας, που βασίσθηκε στο νεοφιλελεύθερο τυφλοσούρτη των ιδιωτικοποιήσεων και απορρυθμίσεων, στην αποδόμηση του κοινωνικού κράτους και στον περιορισμό του οικονομικού ρόλου του.

Στην αιχμή του σημερινού παγκόσμιου αδιεξόδου τοποθετείται το αδιέξοδο της ίδιας της Αμερικής. Με την κρίση αποπληρωμής των στεγαστικών δανείων, ήλθε στο φως η ανεπάρκεια εισοδημάτων, εθνικής δαπάνης και αποταμιεύσεων για δεκάδες εκατομμυρίων αμερικανικών νοικοκυριών. Ομως, η περίοδος ισχνών αγελάδων πλήττει ακόμη περισσότερο τους πιστωτικούς οργανισμούς και, κατ' επέκταση, τις επιχειρήσεις σε ευρεία κλίμακα. Οι αμερικανικοί πιστωτικοί οργανισμοί αυξανόμενα κατά 40% έως 80% κέρδη κατ' έτος βρέθηκαν ξαφνικά σε συνθήκες επαπειλούμενης κατάρρευσης και στρέφονται προς το κράτος για να ζητούν διάσωση, εγγυήσεις και προστασία.

Πώς άραγε συνδυάζονται τα πρόσφατα υπερκέρδη με τη σημερινή σοβαρή υστέρηση της κατανάλωσης, της αποταμίευσης και των επενδύσεων; Και πώς είναι δυνατόν, παρά τα συμπτώματα της επερχόμενης ύφεσης και επιβράδυνσης, το γενικό επίπεδο των τιμών να μην κάμπτεται αλλά να παραμένει σε ανοδική δυναμική;

Η τρέχουσα οικονομική κατάσταση της Αμερικής, αλλά και του πλανήτη, ανταποκρίνεται στις αναλύσεις του βρετανού μαθηματικού, φιλοσόφου και οικονομολόγου Φρανκ Πλάμπτον Ράμσεϊ (1903-1930), ο οποίος αυτοπαρουσιαζόταν ως «μαχητής του αθεϊσμού», έγινε καθηγητής στο πανεπιστήμιο του Κέμπριτζ σε ηλικία 23 ετών το 1926 και εγκατέλειψε το μάταιο κόσμο το 1930 σε ηλικία 26 ετών. Ομού με τον Μπέρτραντ Ρασσελ, ήταν μέλος της επιτροπής που απένειμε το διδακτορικό δίπλωμα του Κέμπριτζ στον Λουδοβίκο Βιτγκενστάιν το 1926. Το έργο του, με έμφαση στον «πραγματισμό», συγκεντρώνεται σε 15 μεγάλα μελετήματα, που συνέβαλαν στα μαθηματικά, στην επιστημολογία, στη φιλοσοφία, στη θεωρία της απόφασης και των πιθανοτήτων, στην οικονομική επιστήμη και στη μεταφυσική του 20ού αιώνα.

Στο ζήτημα της μακροοικονομίας, ο νεαρός βρετανός οικονομολόγος ανέδειξε τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες το σύστημα της ελευθερίας των αγορών μπορεί αυτοεγκλωβίζεται και να καταρρέει λόγω της πλεονεξίας και αρπακτικότητος των καπιταλιστών.

Ο ίδιος εσημείωνε ότι εάν οι αποδόσεις του κεφαλαίου είναι πολλαπλάσιες του ρυθμού ανάπτυξης του εθνικού εισοδήματος, τότε προκύπτει αρνητική ανακατανομή των εισοδημάτων υπέρ των πλουσίων, σε συνδυασμό με υστέρηση της αποταμίευσης και των επενδύσεων(1). Ακόμη και η κατανάλωση συρρικνώνεται και η ζήτηση περιορίζεται, οσάκις οι αποδόσεις του κεφαλαίου αυξάνονται με ρυθμό ταχύτερο του εθνικού εισοδήματος.

Αυτό επιβεβαιώνεται στην Αμερική κατά την πρόσφατη περίοδο. Τα νοικοκυριά εξωθήθηκαν να καταναλώσουν πολύ περισσότερο από τα εισοδήματά τους, ώστε η αποταμιευτική τους ικανότητα να εκμηδενιστεί. Αυτό έγινε δυνατό μέσω της υπερχρέωσης τόσο των νοικοκυριών όσο και του κράτους, όπως και των άλλων συντελεστών της οικονομίας. Με τη γενικευμένη υπερχρέωση δημιουργήθηκαν πλασματικά εισοδήματα και εικονική οικονομία, χωρίς ανάλογο αντίκρισμα στην πραγματική.

Οταν οι ανειλημμένες δανειακές υποχρεώσεις άρχισαν να αθετούνται, ήλθαν στο φως οι ανεπάρκειες των πραγματικών εισοδημάτων, της κατανάλωσης και αποταμίευσης τόσο των ιδιωτών όσο και του Δημοσίου.

Οι υπερβολικά υψηλές αποδόσεις αφαιρούν πόρους από την οικονομία, με συνέπεια να αποσταθεροποιούν τη λειτουργία της, ενώ βέβαια εξασθενίζουν επίσης την ικανότητα των άλλων συντελεστών να συμμετέχουν στη διευρυνόμενη αναπαραγωγή του οικονομικού συστήματος. Για τη σταθερότητα της οικονομικής διαδικασίας θα έπρεπε οι επενδύσεις ν' αυξάνονται με πολύ υψηλότερο ρυθμό, τουλάχιστον ανάλογο των υψηλών αποδόσεων. Ομως, η συρρίκνωση ικανότητος των άλλων συντελεστών αποφέρει επίσης συρρίκνωση των επενδύσεων και αυτό με τη σειρά του οικονομική επιβράδυνση και αύξηση της ανεργίας. Τα συμπτώματα αυτά ακριβώς εμφανίσθηκαν στις ΗΠΑ κατά την τελευταία τριετία: υπερκέρδη που αυξάνονται ταχύτερα από το εθνικό εισόδημα, εκμηδενισμός των αποταμιεύσεων, υστέρηση των επενδύσεων σχηματισμού πάγιου κεφαλαίου, ανεπάρκεια ζήτησης και κατανάλωσης, υπερχρέωση της οικονομίας, άνοδος τιμών στα ενεργειακά είδη, πρώτες ύλες και τρόφιμα, αύξηση του αριθμού ανέργων, αστέγων και απόρων. Σύμφωνα με τη φιλελεύθερη θεωρία των αγορών, κανένα από αυτά τα φαινόμενα δεν θα έπρεπε να υπάρχει, δεδομένου ότι οι ελεύθερες αγορές είναι πάντοτε σε θέση να αφομοιώνουν και απεμπλέκουν όλες τις δυσχέρειες. Ομως, όπως παρατηρεί ο αμερικανός νομπελίστας Τζόζεφ Στίγκλιτς, τα αρνητικά αυτά φαινόμενα έχουν ήδη επέλθει και οι ελεύθερες αγορές όχι μόνον απέδειξαν στην πράξη ότι δεν είναι σε θέση ούτε να τα αποτρέψουν ούτε να τα αντισταθμίσουν, αλλά τα καλύπτουν και τα επικυρώνουν(2). Δεν είναι λίγοι σήμερα οι οικονομολόγοι που θεωρούν ότι όσο οι αγορές τίθενται εκτός ελέγχου, τόσο περισσότερο αυξάνουν οι πιθανότητες αδιεξόδου για την οικονομία.

Το χρηματιστήριο της Γουόλ Στριτ, «καρδιά» του παγκόσμιου χρηματοπιστωτικού συστήματος και «δύναμη κρούσης» των ιδιωτικοποιήσεων στο πρόσφατο παρελθόν, δεν διστάζει σήμερα να συνηγορεί για την επάνοδο του κράτους στο κεφάλαιο των επιχειρήσεων, για επαναφορά των εθνικοποιήσεων και των ρυθμίσεων τουλάχιστον στους χρηματοπιστωτικούς τομείς της οικονομίας, προκειμένου να σταθεροποιηθεί η οικονομία έναντι των κινδύνων που η απορρυθμιστική υπερβολή πυροδότησε κατά την προηγούμενη περίοδο(3).

Ομως, σύμφωνα με τον Ράμσεϊ του 1928, είναι ίσως πολύ αργά για να αναμένεται αποτελεσματική διορθωτική κίνηση του κράτους για την έξοδο της οικονομίας από την αυτοπαγίδευσή της. Το αμερικανικό κράτος δεν διαθέτει πλέον πλεονάσματα, άλλα συσσωρευμένα πρωτοφανή ελλείμματα και υπέρογκα εξωτερικά χρέη, που ακυρώνουν κάθε δυνατότητα του ν' αντισταθμίζει τις ανεπάρκειες της οικονομίας.

Οσον αφορά την παροχή κρατικών εγγυήσεων προς πιστωτικούς οργανισμούς που έχουν περιέλθει στα πρόθυρα κατάρρευσης, αυτή μπορεί να είναι ανέξοδη, όμως διαθέτει ελαχιστοποιημένη αξιοπιστία και πολύ περιορισμένη αποτελεσματικότητα σε ένα οικονομικό κλίμα αποσταθεροποίησης, που απεγνωσμένα αναζητά κάποιο νέο στοιχείο εμπιστοσύνης. Μόνον μια μεγάλη ώθηση, που θα περιλαμβάνει ευρεία μείωση των εισοδηματικών ανισοτήτων και αυξημένο κρατικό έλεγχο εις βάρος της ασυδοσίας των αγορών, είναι σήμερα σε θέση να αποκαταστήσει το δυναμισμό της αμερικανικής και της παγκόσμιας οικονομίας.

1. Βλ. Frank Plumpton RAMSEY, Facts and Propositions, 1927- Α Mathematical Theory of Saving, στο Economic Journal (192, Τομ. 38, Νο 152.

2. Βλ. Joseph STIGLITZ, The End of Neoliberalism, στο Project Syndicate, Ιούλιος 2008.

3. Βλ. Robert BOROSAGE, Wall Street Socialism, στο Campaign for America's Future, Ουάσιγκτον 16 Ιουλίου 2008.



kvergo@gmail.com


ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ
- ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ - 27/07/200

ΠΗΓΗ syn-achaias.pblogs.gr

Επισκεπτες